Το Θα�μα της πό�νης
Μια πονεμένη χήρα μάνα βρίσκεται σ’ ένα νοσοκομείο με το δίχρονο παιδάκι της να χαροπαλεύει από λευχαιμία. Ο πόνος της είναι μεγάλος, διότι ήδη έχει χάσει άλλα δύο παιδιά, και τώρα έβλεπε να της φεύγει και το τελευταίο, τρίτο βλαστάρι της. Όσο περνούσαν οι ώρες, τόσο και πιο πολύ μεγάλωνε η απελπισία της.
Ήταν ήδη 02:00 μετά τα μεσάνυκτα, όταν όλως εκτάκτως πέρασε από το θάλαμο ο διευθυντής του τμήματος, να δει ένα διπλανό κοριτσάκι ‘’επί πληρωμή’’ και από παρόρμηση πρόσεξε και το δίχρονο παιδάκι της χαροκαμένης εκείνης μάνας. Το εξέτασε και της είπε:
Λυπάμαι πολύ, κυρία μου. Πάρε το παιδάκι σου και φύγε τώρα, για να πεθάνει τουλάχιστον στην αγκαλιά σου και στο σπίτι σου.
Σαν το άκουσε αυτό η δύστυχη μάνα από το στόμα του γιατρού, με λυγμούς, τύλιξε το παιδάκι της με μια κουβερτούλα, το έσφιξε στην αγκαλιά της και έφυγε τρέχοντας. Βγήκε στο δρόμο… Παντού επικρατούσε ερημιά και ησυχία. Τίποτα δεν κυκλοφορούσε. Σε μια στροφή του δρόμου, βλέπει ξαφνικά μπροστά της μια νεαρή σχετικά γυναίκα, περίπου 30 ετών. Μόλις είχε τελειώσει τη «δουλειά της», ήταν πόρνη.
Μόλις έφθασε η μάνα μπροστά της, την σταμάτησε και της έβαλε με βία το παιδάκι της μέσα στην αγκαλιά της. Ταυτόχρονα, έπεσε στα πόδια της και φώναξε:
«Σώσε το παιδί μου! Σώσε το παιδί μουουουου!!!» Τα έχασε αυτή! Πόρνη ήταν, αμαρτωλή ήταν, βυθισμένη στο βούρκο της ακολασίας! Τι να κάνει; Στα πόδια της μια μάνα, στα χέρια της ένα παιδί που έσβηνε. Το είδε ότι έσβηνε. Σήκωσε τα μάτια της στον ουρανό και είπε με δυνατή φωνή:
Τι προσευχή να κάνω τώρα, Θεέ μου; Εγώ είμαι αμαρτωλή, εγώ είμαι πόρνη! Τώρα μόλις «τελείωσα» την δουλειά μου. Αν δεν μ’ ακούς εμένα –και δεν θα με ακούσεις, βέβαια, γιατί είμαι αμαρτωλή- άκουσε τουλάχιστον αυτή την πονεμένη μάνα. Εκείνη τη στιγμή έγινε το θαύμα!!! Κατέβηκε ένα φως από τον ουρανό και το παιδί άνοιξε τα ματάκια του, φώναξε «μανούλα μου!» κι άπλωσε τα χεράκια του αγκαλιάζοντας την πόρνη, γιατί νόμισε ότι αυτή ήταν η μανούλα του. Πάρ’ το της είπε. Ο Θεός έκανε το θαύμα Του!
Ο Θεός άκουσε την προσευχή μιας αμαρτωλής, μιας πόρνης και όχι της μάνας! Αυτό συντάραξε τα λιμνάζοντα ‘’νερά’’ στην ψυχή της αμαρτωλής γυναίκας, ώστε με συντριβή και μετάνοια, και με εξομολόγηση, οριστικά πλέον, άλλαξε το σκοτάδι της αμαρτίας με τη νέα εν Χριστώ ζωή. Δόξα στο Όνομά σου, Κύριε!
(Από τις προσωπικές σημειώσεις του π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου)
Eine Witwe, die in ihrem Leben schon vieles erlebt hat und auch Mutter ist, befindet sich in einem Krankenhaus mit ihrem zweijährigen Kind, welches gegen Leukämie kämpft. Ihr Schmerz ist groß, da sie schon zwei andere Kinder verlor und nun sah sie, dass auch ihr letzter, dritter Sprössling geht. Je mehr die Stunden vergangen, desto größer wurde ihre Verzweiflung.
Es war schon 02:00 Uhr nach Mitternacht, als der Direktor der Abteilung gerade durch die Kammer kam, um ein Mädchen mit Bezahlung zu sehen, wobei er das zweijährige Kind mit seiner Mutter sah. Er untersuchte es und sagte:
"Tut mir leid, geehrte Frau. Nimm dein Kindlein und gehe nun, damit es wenigstens in deinen Armen und in deinem Haus stirbt."
Als die unglückliche Frau das aus dem Mund des Arztes hörte, wickelte sie ihr Kind schluchzend in eine Decke, drückte es in ihre Arme und verließ das Krankenhaus laufend. Sie ging auf die Straße... Stille herrschte. Es lief nichts. An einer Kreuzung sah sie plötzliche eine vergleichsweise junge Frau, ungefähr dreißig Jahre alt. Gerade war sie mit ihrer "Arbeit" fertig, sie war eine Prostituierte.
Die Mutter kam in ihre Nähe, hielt sie an und drückte ihr Kind mit Gewalt in ihre Arme. Sie fiel auf ihre Beine und schrie:
"Rette mein Kind! Rette mein Kind!!!" Sie konnte ihren Augen nicht trauen. Sie war eine Prostituierte, sie war eine Sündigerin, versenkt in dem Sumpf der Freizügigkeit. Was soll sie machen? An ihren Füßen eine Mutter, in ihren Armein ein Kind, welches starb. Sie sah es, dass es starb. Sie erhab ihre Arme und und sagte mit starker Stimme:
"Was soll ich nun beten, mein Gott? Ich bin eine Sündigerin, ich bin eine Prostituierte! Grade jetzt habe ich meine »Arbeit« vollendet. Wenn du nicht auf mich hörst - was du sicherlich nicht machen wirst, weil ich eine Sündigerin bin - höre wenigstens auf diese verzweifelte Mutter." In diesem Moment passierte das Wunder!!! Ein Licht kam vom Himmel runter und das Kind öffnete seine Augen, es schrie, "Mutter!", und streckte seine Hände aus, wobei er die Prostituierte umarmte, weil es dachte, dass das diese seine Mutter ist. "Nimm es.", sagte sie. Gott machte sein Wunder.
Gott hat das Gebet einer Sündigerin, einer Prosituierten erhört und nicht das, der Mutter! Das hat die "Gewässer in der Psyche der Sündigerin geschüttelt", sodass sie mit Reue und Buße, schließlich die Finsternis der Sünde, mit dem neuen Leben als Christin änderte. Gepriesen sei dein Name, o HERR!
(Aus den persönlichen Aufzeichnungen des Priesters Stefanos Anagnostopoulos)