Afro
"Μην τα βάζ
https://www.youtube.com/watch?v=KgZzEUaGKQo&hd=1
Στο πεπρωμένο σου να δίνεις σημασία
και να προσέχεις πως βαδίζεις στη ζωή
όταν κοιμάσαι άλλος γράφει ιστορία
και κάποιος παίζει τη δική σου την ψυχή
Όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο
και κανένας δεν μπορεί να τ' αποφύγει
δεν υπάρχει θεωρία ούτε τρένα ούτε πλοία
κι ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί
από παιδί στον ύπνο μου έβλεπα φωτιές
Για την αγάπη όσα κι αν δίνεις είναι λίγα
και να το ξέρεις πως δεν έχει ανταμοιβή
δώστα και φύγε και μη χάνεις ευκαιρία
στο περιθώριο μη βάζεις την ψυχή
Όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο
και κανένας δεν μπορεί να τ' αποφύγει
δεν υπάρχει θεωρία ούτε τρένα ούτε πλοία
κι ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί
από παιδί στον ύπνο μου έβλεπα φωτιές
In your destiny to pay attention
and be careful how you walk in life
when sleeping else writes history
and someone plays your own soul
We've written to say destiny
and no one can t 'avoid
there is no theory or trains or ships
and everyone knows and fights as may
a child in my sleep I saw fires
To love what you give is a few
and to know that there is a reward
Give and go and not lose opportunity
the margins do not put the soul
We've written to say destiny
and no one can t 'avoid
there is no theory or trains or ships
and everyone knows and fights as may
a child in my sleep I saw fires
- - - Aktualisi
- - - Aktualisiert - - -
- - - Aktualisiert - - -
https://www.youtube.com/watch?v=wCkv6MPiPGs&hd=1
Μία τσιγγάνα μου 'χε πει πως είμαι απ' το Αϊβαλί
κι εγώ θυμήθηκα τα λόγια του παππού μου.
Στη Σμύρνη έφτιαχνε γλυκά και η γιαγιά μπαχαρικά
μέσα στο σπίτι του πατέρα του δικού μου.
Τα χρόνια που 'μουν πιο μικρός, αναρωτιόμουν συνεχώς
γιατί 'χε πάντα το μπαούλο γυαλισμένο.
Και πριν πεθάνει μου 'χε πει να του φυλάξω το κλειδί
κι είδα το βλέμμα το στερνό του φοβισμένο.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, δακρύζει πάντα η Παναγιά
γι' αυτούς που έφυγαν διωγμένοι μες στα πλοία.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, ακόμα καίει μια φωτιά
γιατί μεμέτηδες δανείζονται τα θεία.
Έφυγε δίχως παιδεμό, μα έζησε ξεριζωμό
αυτήν την λέξη την πρωτάκουσα στα έξι.
Είχα ρωτήσει να μου πει την ιστορία απ' την αρχή
κι όπως μιλούσε έσταζε αίμα η κάθε λέξη.
Γι' αυτό το άνοιξα κι εγώ το κασελάκι το παλιό
κι είδα τα λίγα που 'χε πάρει, τα κρυμμένα.
Κανέλα, σμύρνα και νερό απ' τα παράλια θαρρώ
και λίγο χώμα από τα μέρη τα κλεμμένα.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, δακρύζει πάντα η Παναγιά
γι' αυτούς που έφυγαν διωγμένοι μες στα πλοία.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, ακόμα καίει μια φωτιά
γιατί μεμέτηδες δανείζονται τα θεία.
A gypsy me he'd say I'm from Ayvalik
I remembered the words of my grandfather.
Smyrna was making sweet grandmother spices
into the house of my father.
The years that I were younger, I wondered constantly
because he had always polished trunk.
And before I die he had to say I store the key
and saw the look in his last fearful.
Town in Hagia Sophia, always weeping Virgin Mary
for those who persecuted fled amid ships.
Town in Hagia Sophia, a fire still burns
because Memet borrow aunt.
He left without paidemo, but lived uprooting
this word I first heard of the six.
I ask you to tell me the story from the beginning
and dripping blood as he spoke each word.
That's why I opened the old chest
and saw the little that he had gotten, the hidden.
Cinnamon, myrrh and water from the coast I suppose
and some soil from parts stolen.
Town in Hagia Sophia, always weeping Virgin Mary
for those who persecuted fled amid ships.
Town in Hagia Sophia, a fire still burns
because Memet borrow aunt.
Στο πεπρωμένο σου να δίνεις σημασία
και να προσέχεις πως βαδίζεις στη ζωή
όταν κοιμάσαι άλλος γράφει ιστορία
και κάποιος παίζει τη δική σου την ψυχή
Όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο
και κανένας δεν μπορεί να τ' αποφύγει
δεν υπάρχει θεωρία ούτε τρένα ούτε πλοία
κι ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί
από παιδί στον ύπνο μου έβλεπα φωτιές
Για την αγάπη όσα κι αν δίνεις είναι λίγα
και να το ξέρεις πως δεν έχει ανταμοιβή
δώστα και φύγε και μη χάνεις ευκαιρία
στο περιθώριο μη βάζεις την ψυχή
Όλοι έχουμε γραμμένο που το λένε πεπρωμένο
και κανένας δεν μπορεί να τ' αποφύγει
δεν υπάρχει θεωρία ούτε τρένα ούτε πλοία
κι ο καθένας το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί
από παιδί στον ύπνο μου έβλεπα φωτιές
In your destiny to pay attention
and be careful how you walk in life
when sleeping else writes history
and someone plays your own soul
We've written to say destiny
and no one can t 'avoid
there is no theory or trains or ships
and everyone knows and fights as may
a child in my sleep I saw fires
To love what you give is a few
and to know that there is a reward
Give and go and not lose opportunity
the margins do not put the soul
We've written to say destiny
and no one can t 'avoid
there is no theory or trains or ships
and everyone knows and fights as may
a child in my sleep I saw fires
- - - Aktualisi
- - - Aktualisiert - - -
- - - Aktualisiert - - -
https://www.youtube.com/watch?v=wCkv6MPiPGs&hd=1
Μία τσιγγάνα μου 'χε πει πως είμαι απ' το Αϊβαλί
κι εγώ θυμήθηκα τα λόγια του παππού μου.
Στη Σμύρνη έφτιαχνε γλυκά και η γιαγιά μπαχαρικά
μέσα στο σπίτι του πατέρα του δικού μου.
Τα χρόνια που 'μουν πιο μικρός, αναρωτιόμουν συνεχώς
γιατί 'χε πάντα το μπαούλο γυαλισμένο.
Και πριν πεθάνει μου 'χε πει να του φυλάξω το κλειδί
κι είδα το βλέμμα το στερνό του φοβισμένο.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, δακρύζει πάντα η Παναγιά
γι' αυτούς που έφυγαν διωγμένοι μες στα πλοία.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, ακόμα καίει μια φωτιά
γιατί μεμέτηδες δανείζονται τα θεία.
Έφυγε δίχως παιδεμό, μα έζησε ξεριζωμό
αυτήν την λέξη την πρωτάκουσα στα έξι.
Είχα ρωτήσει να μου πει την ιστορία απ' την αρχή
κι όπως μιλούσε έσταζε αίμα η κάθε λέξη.
Γι' αυτό το άνοιξα κι εγώ το κασελάκι το παλιό
κι είδα τα λίγα που 'χε πάρει, τα κρυμμένα.
Κανέλα, σμύρνα και νερό απ' τα παράλια θαρρώ
και λίγο χώμα από τα μέρη τα κλεμμένα.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, δακρύζει πάντα η Παναγιά
γι' αυτούς που έφυγαν διωγμένοι μες στα πλοία.
Στην Πόλη στην Αγιά Σοφιά, ακόμα καίει μια φωτιά
γιατί μεμέτηδες δανείζονται τα θεία.
A gypsy me he'd say I'm from Ayvalik
I remembered the words of my grandfather.
Smyrna was making sweet grandmother spices
into the house of my father.
The years that I were younger, I wondered constantly
because he had always polished trunk.
And before I die he had to say I store the key
and saw the look in his last fearful.
Town in Hagia Sophia, always weeping Virgin Mary
for those who persecuted fled amid ships.
Town in Hagia Sophia, a fire still burns
because Memet borrow aunt.
He left without paidemo, but lived uprooting
this word I first heard of the six.
I ask you to tell me the story from the beginning
and dripping blood as he spoke each word.
That's why I opened the old chest
and saw the little that he had gotten, the hidden.
Cinnamon, myrrh and water from the coast I suppose
and some soil from parts stolen.
Town in Hagia Sophia, always weeping Virgin Mary
for those who persecuted fled amid ships.
Town in Hagia Sophia, a fire still burns
because Memet borrow aunt.