Aktuelles
  • Herzlich Willkommen im Balkanforum
    Sind Sie neu hier? Dann werden Sie Mitglied in unserer Community.
    Bitte hier registrieren

Makedonische Tradition in Ägäis Makedonien

Ne das sich schon vor Tito ALLE als Mazedonen sahen.

Komm mir net mit ein paar texten von gebildeten.Ich sprech von der gesamtbevoelkerung


Ja, gib mir nen Moment, dann bekommst du.

Nur, mir stellt sich die Frage, welche Ausflüchte du wohl danach suchen wirst?


Ο αγώνας των στατιστικών υπολογισμών του πληθυσμού της Μακεδονίας

Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης
Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΩΝ ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Τα δεδομένα

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι περισσότερες από τις εκθέσεις διεθνών Οργανισμών που αναφέρονταν στην Ελλάδα, έκαναν λόγο για την ύπαρξη 200.000 «Μακεδόνων» στις βόρειες ελληνικές επαρχίες. Αυτός ο «λογικός αριθμός», σύμφωνα με το ελληνικό τμήμα του Minority Rights Group, επέτεινε τη σύγχυση της περιόδου αυτής γύρω από το Μακεδονικό Ζήτημα αυξάνοντας την ανασφάλεια στις βόρειες ελληνικές επαρχίες. Το γεγονός από μόνο του θα ήταν ήσσονος σημασίας, αν οι συντάκτες των παραπάνω εκθέσεων δεν έσπευδαν να επικαλεσθούν στατιστικές των αρχών του αιώνα, προκειμένου να ενισχύσουν τον ισχυρισμό τους. Η επιστράτευση ιστορικών εθνολογικών επιχειρημάτων αναπόφευκτα ενδυνάμωσε την επιχειρηματολογία τους και αύξησε το ενδιαφέρον των ιστορικών. Με αφετηρία τις προαναφερθείσες εκθέσεις, η παρούσα μελέτη επιχειρεί μια ιστορική αναδρομή στην ιστοριογραφική παραγωγή των αρχών του αιώνα, μία επιστημονική περιήγηση στις στατιστικές της περιόδου -ελληνικές, σλαβικές και δυτικοευρωπαϊκές- επιχειρώντας κατ' αυτόν τον τρόπο να διερευνήσει την ακρίβεια των επιχειρημάτων που αντλούνται από αυτές.

Οι πρώτες τρεις δεκαετίες του Κ΄ αιώνος αιώνα οριοθέτησαν μία μακρά περίοδο έντονων ανακατατάξεων στην ελληνική επικράτεια. Ειδικότερα, η εικόνα της ελληνικής Μακεδονίας στα τέλη της δεκαετίας του 1920 διέφερε εντελώς από εκείνη που παρουσίαζε την εποχή της απελευθέρωσης, αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Το γεγονός αυτό οφείλονταν αφενός στις βαθύτατες οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές που ακολούθησαν την ενσωμάτωσή της στην Ελλάδα και αφετέρου στις διαρκείς και εκτεταμένες πληθυσμιακές ανακατατάξεις που σημειώθηκαν την ίδια χρονική περίοδο. Όπως έχει παρατηρηθεί, συνολικά 17 πληθυσμιακά ρεύματα έλαβαν χώρα στη Μακεδονία κατά το χρονικό διάστημα 1913-1925. Ανάμεσά τους, ασφαλώς, δεσπόζουσα θέση κατέχουν η ελληνοβουλγαρική και η ελληνοτουρκική ανταλλαγή των πληθυσμών, που προβλεπόταν από τις διατάξεις της Συνθήκης του Νεϊγύ το 1919 και της Λωζάννης το 1923 αντίστοιχα. Καρπός των παραπάνω πληθυσμιακών ανακατατάξεων υπήρξε η ριζική μεταβολή της εθνολογικής σύνθεσης της Μακεδονίας.

Το 1930 οι κυριώτερες γλωσσικές ομάδες που κατοικούσαν στη Μακεδονία ήταν οι Ελληνόφωνοι, οι Σλαβόφωνοι, οι Τουρκόφωνοι, οι Ισραηλίτες και οι Αρμένιοι. Η εργασία αυτή δεν πρόκειται να ασχοληθεί με το σύνολο των ομάδων αυτών, αλλά θα περιορισθεί αποκλειστικά στο ζήτημα των σλαβοφώνων πληθυσμών. Πιο συγκεκριμένα, το βασικό ερώτημα, στο οποίο θα κληθεί να απαντήσει, είναι το εξής: Πόσος ήταν ο αριθμητικός όγκος του σλαβόφωνου πληθυσμού της ελληνικής Μακεδονίας μετά την ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσμών, στα τέλη δηλαδή της δεκαετίας του 1920; Το συγκεκριμένο ερώτημα καθίσταται περισσότερο ισχυρό, αν αναλογισθεί κανείς πως από τη μια οι απαντήσεις που δίνουν η ελληνική και η σλαβική ιστοριογραφία διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους και από την άλλη, ότι το ζήτημα του αριθμού των Σλαβοφώνων κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας υπήρξε αντικείμενο ιδιαίτερα οξυμένων εθνικών αντιπαραθέσεων και αλυτρωτικών διεκδικήσεων.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημανθούν τρία πράγματα: καταρχήν ότι οι στατιστικές των αρχών του αιώνα δεν χρησιμοποίησαν ενιαία και αντικειμενικά κριτήρια και, ως εκ τούτου, το κύρος τους είναι εξ ορισμού ελεγχόμενο, δεύτερον ότι οι στατιστικές αποτυπώνουν περισσότερο την εικόνα που είχαν οι συντάκτες τους για τους εξεταζομένους και λιγότερο την άποψη των ίδιων των εξεταζομένων και τρίτον ότι η χρησιμοποίηση του όρου «στατιστική» δηλώνει ότι τα εξαγόμενα πληθυσμιακά στοιχεία προέρχονταν από πληροφορίες που συγκέντρωναν συνήθως οι κατά τόπους κυβερνητικοί υπάλληλοι ή οι εκκλησιαστικοί αξιωματούχοι. Δεν επρόκειτο δηλαδή για απογραφή του πληθυσμού, για συστηματική καταμέτρηση των μονίμων κατοίκων, αλλά για υπολογισμό -άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο αξιόπιστο- του αριθμητικού τους όγκου. Περιγράφοντας αυτές ακριβώς τις ιδιαιτερότητες και τις δυσκολίες των στατιστικών αναλύσεων, ο Πρόξενος της Ελλάδας στο Μοναστήρι στις αρχές του Κ΄ αιώνος Μ. Μπέτος, με επιστολή του προς τον Υπουργό των Εξωτερικών Άθω Ρωμάνο, παρατηρούσε τα εξής:

«Κατανοών την μεγάλην χρησιμότητα στατιστικής της όλης Μακεδονίας όσον ένεστιν ακριβούς, δεν έπαυσα από ετών και εξ' ιδίας πρωτοβουλίας να φροντίζω, εφ' όσον επέτρεπον αι άλλαι εργασίαι, προς συλλογήν της διά την στατιστικήν του Βιλαετίου Βιτωλίων ύλης. Ατυχώς δεν ηδυνήθην να φέρω εις πέρας το πολλής σημασίας έργον τούτο, ως εκ των μεγάλων και έστιν ότε ανυπερβλήτων δυσχερειών, ας εν τη εκτελέσει παρουσιάζει. Αι επίσημοι τουρκικαί πληροφορίαι των ημερολογίων (σαλναμέ) είνε ατελέσταται και πολλήν ενέχουσι την διαστροφήν των ονομάτων και την σύγχυσιν των πληροφοριών. Αι των Μητροπόλεων είνε πενιχραί και αναξιόπιστοι, διότι μετά ραθυμίας πάντοτε συλλεγόμεναι διαλαμβάνουσι μόνον περί των εις αυτάς υπαγομένων Oρθοδόξων και τούτο άνευ ουδεμιάς τάξεως και διακρίσεως των διοικητικών διαιρέσεων. Οι δυνάμενοι δε να χρησιμεύσωσιν εις την συλλογήν της ύλης, ομογενείς και διδάσκαλοι των μεμακρυνομένων μερών, δυσκόλως αναλαμβάνουσι τοιούτου είδους εντολάς εκ φόβου μη εν τη ερεύνη και τη διεξαγωγή παρεξηγηθώσιν υπό των τουρκικών αρχών ή διαβληθώσι προς αυτάς, και αναλαμβάνοντες σπανίως φέρουσιν εις πέρας την εργασίαν ακριβώς κατά τα διδόμενα υποδείγματα και τας οδηγίας, ότε χρεία νέων διασαφήσεων. πανταχού το στατιστικόν έργον είνε δύσκολον, εν Τουρκία δε διά τους εκτεθέντας λόγους αποβαίνει δυσκολώτατον και χρήζει χρόνου μακρού και επιμονής πολλής. Aι στατιστικαί δε αι διά των Μητροπόλεων και διά πληροφοριών ανακριβών και αβασανίστων ουδεμίαν έχουσιν αξίαν και εις πλημμελή συμπεράσματα δύνανται να οδηγήσωσι τον εις αυτάς στηριζόμενον».

Ελληνικές απόψεις

Η άποψη που κυριαρχεί στην ελληνική ιστοριογραφία επί του ζητήματος της πληθυσμιακής δύναμης των Σλαβοφώνων, εκφράσθηκε από τον Αλέξανδρο Πάλλη, μέλος της μικτής Ελληνοβουλγαρικής Επιτροπής στην διάρκεια της κρίσιμης δεκαετίας του 1920. Ο Πάλλης υποστήριξε πως στις αρχές του 1925 κι ενώ ακόμη η ελληνοβουλγαρική μετανάστευση βρισκόταν σε εξέλιξη, οι «Βουλγαρίζοντες», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, ανέρχονταν σε 77.000 άτομα περίπου, ποσοστό 5,3% του συνολικού πληθυσμού της Μακεδονίας. Στο συμπέρασμα αυτό κατέληξε αφαιρώντας από τον αριθμό των 104.000 «Βουλγαριζόντων» του 1920, 27.000 Βούλγαρους που μετανάστευσαν στη Βουλγαρία μέχρι τα τέλη του 1924, βάσει της Συνθήκης του Νεϊγύ. Σε αντίθεση με τη σημαντική συρρίκνωση του αριθμού των «Βουλγαριζόντων», ο αριθμός των Ελλήνων εκτινάχθηκε την ίδια εποχή σε 1.277.000 άτομα, ποσοστό 88,3% επί του συνολικού πληθυσμού της Μακεδονίας. Σε μεταγενέστερη μελέτη του το 1929, όταν δηλαδή είχε ολοκληρωθεί η ελληνοβουλγαρική ανταλλαγή των πληθυσμών και είχε αποκρυσταλλωθεί η εθνολογική σύνθεση της Μακεδονίας, ο Πάλλης ανέβασε τον αριθμό των «Βουλγάρων» της Μακεδονίας σε 82.000 άτομα. Αλλά και η επίσημη ελληνική απογραφή του 1928, η οποία πιθανώς στηρίχθηκε στους στατιστικούς υπολογισμούς του Πάλλη, ανέφερε την ύπαρξη 81.984 ατόμων, εκ των οποίων τα 80.789 ζούσαν στη Μακεδονία και μιλούσαν την «μακεδονοσλαυική», χωρίς ωστόσο και να γνωστοποιεί παράλληλα τα κριτήρια, με τα οποία είχε καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα. Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, οι «ομιλούντες την μακεδονοσλαυική» διαβιούσαν στις παρακάτω περιοχές:

Περιοχή Άτομα
Δράμα 4.114
Θεσσαλονίκη 1.427
Ημαθία 1.374
Κιλκίς 265
Λαγκαδάς 308

Παιονία 3.974
Πιερία 20
Καβάλα 23
Κοζάνη 3.310
Πέλλα 19.570

Σέρρες 7.715
Φλώρινα 28.886
Καστοριά 9.680
Χαλκιδική 5
Άγιον Όρος 118

Σύνολο 80.789

Οι ισχυρισμοί του Πάλλη για την ύπαρξη 104.000 «Βουλγαριζόντων» στις αρχές της δεκαετίας του 1920 στην ελληνική Μακεδονία, βασιζόταν σε μία στατιστική που είχε δημοσιευθεί το 1904 στο περιοδικό Bulletind' Orient, το οποίο απηχούσε τις επίσημες ελληνικές απόψεις. Η στατιστική της Bulletind' Orient αποτύπωνε την εθνολογική σύνθεση των βιλαετίων Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου στις αρχές του αιώνα, ως εξής:

Βιλαέτι Έλληνες Βούλγαροι
Θεσσαλονίκης 372.831 189.447
Μοναστηρίου 279.964 142.715
Σύνολο 652.795 332.162

Η στατιστική της Bulletind' Orientχρησιμοποιήθηκε δεκαπέντε χρόνια αργότερα από τον Βλαδίμηρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος στην κλασική του μελέτη La Macedoine et l' Hellenisme. Etude historique et ethnologique προσπάθησε να προσαρμόσει τα αριθμητικά στοιχεία της παραπάνω στατιστικήςστα γεωγραφικά όρια της ελληνικής Μακεδονίας. Έτσι, κατέληξε στο συμπέρασμα πως την παραμονή των Βαλκανικών Πολέμων ζούσαν στην ελληνική Μακεδονία 488.484 «Έλληνες Πατριαρχικοί» και 115.909 «Σλάβοι Εξαρχικοί», δηλαδή «Βούλγαροι», όπως χαρακτηριστικά τους ονόμαζε. Αναλυτικά, ο εθνολογικός πίνακας που έδωσε ο Κολοκοτρώνης, έχει ως εξής:

Έλληνες ΒούλγαροιΒιλαέτι Θεσσαλονίκης Σαντζάκι Θεσσαλονίκης
Καζάς Θεσσαλονίκης 50.682 4.239
Καζάς Κασσάνδρας 40.746 0
Καζάς Αγίου Όρους 3.761 210

Καζάς Λαγκαδά 20.484 2.240
Καζάς Κιλκίς 625 17.436
Καζάς Κατερίνης 18.429 0

Καζάς Βέροιας 26.971 0
Καζάς Έδεσσας 16.859 5.149
Καζάς Γιαννιτσών 18.583 1.763

Καζάς Γευγελής* 664 3.187
Καζάς Δοϊράνης* 518 1.307

Σαντζάκι Σερρών
Καζάς Σερρών 48.905 10.290
Καζάς Ζίχνας 23.155 3.700

Καζάς Σιδηροκάστρου 6.740 15.778
Καζάς Νευροκοπίου 2.530 11.611

Σαντζάκι Δράμας
Καζάς Καβάλας 9.500 0
Καζάς Ελευθερούπολης 10.175 0

Καζάς Χρυσούπολης 460 0
Καζάς Δράμας 9.900 2.980
Θάσος 13.050 0

Βιλαέτι Μοναστηρίου Σαντζάκι Μοναστηρίου
Καζάς Φλώρινας* 17.455 16.137
Καζάς Μοναστηρίου 7.535 2.374

Σαντζάκι Σερβίων
Καζάς Κοζάνης 16.120 0
Καζάς Σερβίων 14.690 0

Καζάς Γρεβενών 25.530 0
Καζάς Ανασελίτσας 23.653 0
Καζάς Πτολεμαΐδας 6.770 1.460

Σαντζάκι Κορυτσάς Καζάς Καστοριάς 45.733 15.934
Καζάς Κορυτσάς* 8.261 114 Σύνολο 488.484 115.909

[ο αστερίσκος (*) υποδηλώνει πως μόνο ένα τμήμα των σχετικών καζάδων συμπεριλήφθηκε στην ελληνική Μακεδονία. Πιο συγκεκριμένα, προσμετρήθηκαν 23 χωριά του καζά Γευγελής, 8 χωριά του καζά Δοϊράνης, η πόλη του Σιδηροκάστρου (Δεμίρ Χισάρ) και 37 χωριά του ομώνυμου καζά, 14 χωριά του καζά Νευροκοπίου, η πόλη της Φλωρίνης και 54 χωριά του καζά της, 24 χωριά του καζά Μοναστηρίου και 21 χωριά του καζά Κορυτσάς].

Κατά τους υπολογισμούς του Κολοκοτρώνη, δεν υπήρχαν καθόλου Βούλγαροι στους καζάδες Κασσάνδρας, Κατερίνης, Βεροίας, Καβάλας, Χρυσούπολης (Σαρή Σαμπάν), Ελευθερούπολης (Πραβίου), Κοζάνης, Σερβίων, Γρεβενών, Ανασελίτσας και στο νησί της Θάσου. Αντιθέτως, οι Βούλγαροι υπερτερούσαν στους καζάδες Κιλκίς, Γευγελής, Δοϊράνης, Σιδηροκάστρου και Νευροκοπίου. Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο μελετητή, το 4% των Βουλγάρων διαβιούσε στον καζά Θεσσαλονίκης, το 15% στον καζά Κιλκίς, το 5% στην Έδεσσα, το 2% στα Γιαννιτσά, το 3% στη Γευγελή, το 1% στη Δοϊράνη, το 9% στις Σέρρες, το 3% στη Ζίχνα, το 14% στο Σιδηρόκαστρο, το 10% στο Νευροκόπι, το 3% στη Δράμα, το 14% στη Φλώρινα, το 2% στο Μοναστήρι, το 1% στην Πτολεμαΐδα και το 14% στην Καστοριά.

Οι θέσεις του Κολοκοτρώνη επαναδιατυπώθηκαν λίγα χρόνια αργότερα από τον Πάλλη, μόνο που οι 115.909 «Βούλγαροι» του πρώτου αυξήθηκαν σε 119.000 στο κείμενο του δεύτερου. Η μικρή απόκλιση των 3.000 «Βουλγαροφώνων» περίπου, που παρατηρείται μεταξύ των δύο υπολογισμών, εξηγείται εύκολα, εάν ληφθεί υπόψη το γεγονός πως τα πληθυσμιακά στοιχεία για τους καζάδες Γευγελής, Δοϊράνης, Σιδηροκάστρου, Δράμας, Φλωρίνης, Μοναστηρίου και Κορυτσάς, που τμήμα τους μόνο ανήκει στην Ελλάδα, είναι λογικό να μην μπορούν να υπολογισθούν με ακρίβεια. Από τον αριθμό των 119.000 «Βουλγαριζόντων» τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων, αφαιρέθηκαν άλλοι 15.000 μετανάστες στη διάρκεια του διασυμμαχικού πολέμου, οδηγώντας έτσι στον αριθμό των 104.000 το 1920.

Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, οι ισχυρισμοί του Πάλλη επηρέασαν αποφασιστικά και τις θέσεις της διεθνούς κοινότητας, αφού πολλά στελέχη της Κ.τ.Ε. ασπάσθηκαν τις απόψεις του. Ο Τζ. Άμπραχαμ (Abraham) έγραφε το 1925 στο μέλος της Επιτροπής Αποκαταστάσεως Προσφύγων Τζον Κάμπελ (Campbell) ότι, σύμφωνα με τις πληροφορίες του, ο αριθμός των Σλαβοφώνων κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας κυμαινόταν μεταξύ 80.000 και 100.000. Ο Κάμπελ, από την πλευρά του, πίστευε πως οι Σλαβόφωνοι της ελληνικής Μακεδονίας δεν έπρεπε να υπερβαίνουν ούτε καν τις 70.000, ενώ θαύμαζε τον Πάλλη χαρακτηρίζοντάς τον «ιδιαιτέρως καλά πληροφορημένο». Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί πως οι αξιωματούχοι της Κ.τ.Ε. χρησιμοποιούσαν την εποχή αυτή τους όρους «Βούλγαροι» και «Βουλγαρόφωνοι», διευκρινίζοντας πως οι δεύτεροι δεν ήταν εχθρικοί απέναντι στο ελληνικό κράτος.

Το πιο αντιπροσωπευτικό ίσως παράδειγμα της επιρροής του Αλέξανδρου Πάλλη αποτελεί ο χάρτης της Κ.τ.Ε., που κυκλοφόρησε το 1926 και αποτύπωνε την πληθυσμιακή εικόνα της Μακεδονίας το 1912 και το 1925. Ο χάρτης ενστερνίζονταν πλήρως τις απόψεις του, κάνοντας λόγο για 77.000 «Βουλγαρίζοντες». Αναλυτικά, σύμφωνα με τον πίνακα της Κ.τ.Ε., η εθνολογική σύνθεση της ελληνικής Μακεδονίας είχε ως εξής:

Περιοχή Έλληνες
% Μουσουλμάνοι

% Βούλγαροι

% Διάφοροι

% 1912 1926 1912 1926 1912 1926 1912 1926

Γρεβενά 78 96 18 0 4 4 0 0

Κατερίνη 80 100 18 0 2 0 0 0

Κοζάνη 60 100 40 0 0 0 0 0

Ανασελίτσα 75 100 25 0 0 0 0 0

Πτολεμαΐδα 20 93 76 0 4 4 0 3

Βέροια 70 93 20 0 0 0 10 7

Φλώρινα 32 61 32 0 35 37 1 2

Έδεσσα 40 86 48 0 12 14 0 0

Νότια 54 64 0 0 46 26 0 5

Καστοριά 56 78 24 0 19 22 1 0

Γιαννιτσά 56 96 39 0 5 4 0 0

Γουμένισσα 36 79 42 0 17 19 5 2

Θεσσαλονίκη 29 80 26 0 0 0 45 20

Κιλκίς 0 97 66 0 29 0 3 3

Λαγκαδάς 36 100 60 0 4 0 0 0

Χαλκιδική 86 97 14 0 0 0 0 3

Σιδηρόκαστρο 19 84 40 0 37 15 4 1

Σέρρες 47 94 40 0 9 6 4 0

Ζίχνα 74 95 17 0 7 5 2 0

Ελευθερούπολη 40 100 60 0 0 0 0 0

Δράμα 15 97 79 0 5 0 1 3

Καβάλα 29 100 69 0 0 0 2 0

Νέστος 98 100 0 0 0 0 0 0

Θάσος 100 100 0 0 0 0 0 0

Οι θέσεις του Πάλλη υιοθετήθηκαν τα επόμενα χρόνια από τους περισσότερους Έλληνες που ασχολήθηκαν με το θέμα, ακόμη και από τους πλέον έγκριτους. Χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αποτελούν οι μελέτες του Γεωργίου Ζωτιάδη TheMacedonianControversy, του Δημήτρη Πεντζόπουλου TheBalkanExchangeofMinoritiesand itsImpactuponGreece, του Ευάγγελου Κωφού NationalismandCommunisminMacedoniaκαι του Στέλιου Νέστορα «Greek Macedonia and the Convention of Neuilly».

Σλαβικές θέσεις

Από την δική τους πλευρά, οι Σλάβοι ιστορικοί δημοσίευσαν διαφορετικούς, εντυπωσιακά μεγαλύτερους αριθμούς για τους σλαβόφωνους κατοίκους της Ελλάδας. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημανθούν δύο πράγματα: πρώτον, πως το ενδιαφέρον των Βούλγαρων ιστορικών για την Μακεδονία εκφυλίσθηκε μετά το 1945, ενώ αντίθετα αυξήθηκε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον των Γιουγκοσλάβων συναδέλφων τους και δεύτερον ότι, όταν μιλούμε για γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία, περιοριζόμαστε στις θέσεις των ιστορικών των Σκοπίων, οι απόψεις των οποίων για τα ζητήματα της Μακεδονίας είχαν υιοθετηθεί, στα πλαίσια της κομματικής νομιμότητας, από τους άλλους ιστορικούς της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ας σημειωθεί πως στο πλαίσιο αυτό, οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί μετονόμασαν, χωρίς όμως πειστική αρχειακή τεκμηρίωση, τους δίγλωσσους κατοίκους της Ελλάδας από Βούλγαρους σε «Μακεδόνες». Η συγκεκριμένη επιλογή ασφαλώς εντάσσονταν στη διαδικασία αποβουλγαροποίησης της ιστορίας, που σκοπό είχε να προσδώσει ιστορικά επιχειρήματα στη νεόδμητη «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας».

Έχει ιδιαίτερη σημασία το γεγονός ότι οι θέσεις των Γιουγκοσλάβων ιστορικών αναφορικά με την πληθυσμιακή σύνθεση της Μακεδονίας, ουδόλως έχουν μεταβληθεί στο διάστημα μιας πεντηκονταετίας. Ουσιαστικά, η αφετηρία της βιβλιογραφίας τους εντοπίζεται στους λόγους που εκφώνησε στο Λαϊκό Πανεπιστήμιο των Σκοπίων ο Πρόεδρος της Ε.Μ.Ε.Ο. Ενωμένης και μέλος του προεδρείου της Αντιφασιστικής Λαϊκής Εθνοσυνελεύσεως της Λαϊκής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, Δήμηταρ Βλαχώφ, το χρονικό διάστημα 1945-1947. Ο Βλαχώφ υποστήριξε πως μετά την ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσμών (ελληνοβουλγαρική και ελληνοτουρκική), στη «Μακεδονία του Αιγαίου» εξακολουθούσαν να παραμένουν περίπου 269.000 «Μακεδόνες». Οι θέσεις του Βλαχώφ επαναδιατυπώθηκαν στα χρόνια που ακολούθησαν από τους Γιουγκοσλάβους ιστοριογράφους, στην πλειοψηφία τους Σλαβομακεδόνες. Έτσι, λίγα χρόνια αργότερα, ο Χρήστο Αντώνοφσκι, πολιτικός πρόσφυγας από τη Χρύσα του νομού Πέλλης και γραμματέας, στην περίοδο της Κατοχής, της Κομμουνιστικής Αχτίδας στην Έδεσσα, επιβεβαίωσε τα απογραφικά στοιχεία του Βλαχώφ. Αλλά και η νεώτερη ιστορική έρευνα αποδέχθηκε, με μικρές μόνο διαφοροποιήσεις, τα παραπάνω νούμερα. Πιο συγκεκριμένα, ο Μιχαήλ Κεραμιτζίεφ από το χωριό Γάβρος της Καστοριάς, στέλεχος του Σ.Ν.Ο.Φ. στην Κατοχή, εθνοσύμβουλος του Ε.Α.Μ. και στέλεχος του Ν.Ο.Φ. κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, θεωρούσε πως το 1928 ο αριθμός των «Μακεδόνων» της «Αιγαιακής Μακεδονίας» δεν μπορούσε να είναι μικρότερος από 220.000 άτομα. Από τη μεριά του ο Στόγιαν Κισελίνοφσκι, «παιδί του παιδομαζώματος» από την περιοχή της Καστοριάς, τους υπολόγιζε σε 243.067 άτομα, ενώ ο Τόσο Πόποφσκι τους ανέβαζε σε 247.139 άτομα.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναλυθεί ο τρόπος, με τον οποίο οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί καταλήγουν στον μαγικό αριθμό των 220-260.000 «Μακεδόνων» το 1930. Αφετηρία των υπολογισμών τους αποτελεί η πληθυσμιακή εικόνα της Μακεδονίας το 1912, τις παραμονές δηλαδή της έκρηξης των Βαλκανι­κών Πολέμων. Οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί αποδέχονται καταρχήν τη στατιστική του Βούλγαρου Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας Ιορδάν Ιβανώφ, σύμφωνα με την οποία οι «Βούλγαροι», κατά τον Ιβανώφ, αλλά «Μακεδόνες» κατά τους Γιουγκοσλάβους, της ελληνικής Μακεδονίας ανέρχονταν σε 329.371 άτομα. Αναλυτικά, τα στατιστικά στοιχεία που παρουσίασε ο Ιβανώφ, που αφορούν όμως το σύνολο των καζάδων και όχι μόνο το τμήμα τους που συμπεριλήφθηκε στην Ελλάδα, έχουν ως εξής:

Καζάς Βούλγαροι Έλληνες
Θεσσαλονίκης 27.500 31.000
Λαγκαδά 8.300 8.900
Κασσάνδρας 0 33.000
Αγίου Όρους 1.430 4.330
Κιλκίς 18.236 0

Δοϊράνης 9.500 0
Γευγελής 20.300 15
Γιαννιτσών 19.950 12

Βέροιας 7.250 15.000
Κατερίνης 0 14.000
Έδεσσας 15.200 0

Σερρών 28.250 28.410
Σιδηροκάστρου 22.100 215
Ζίχνας 12.000 13.400

Δράμας 14.500 6.700
Καβάλας 5.520 14.000
Ελευθερούπολης 600 10.600

Χρυσούπολης 115 30
Νευροκοπίου 67.000 720
Μοναστηρίου 70.550 170

Φλώρινας 36.320 30
Καστοριάς 41.250 12.035
Ανασελίτσας 1.100 31.000

Πτολεμαΐδας 7.480 3.800
Κοζάνης 0 15.490
Γρεβενών 0 18.000

Κορυτσάς 6.890 0
Σύνολο 441.341 260.857

Επίσης, το σύνολο της γιουγκοσλαβικής ιστοριογραφίας αποδέχεται ως ακριβή τα στατιστικά στοιχεία που δημοσίευσε ο γιατρός Βλαντιμίρ Ρούμενωφ το 1941, τα οποία απεικονίζουν τη μετανάστευση των Σλαβοφώνων από την Ελλάδα στη Βουλγαρία και την Σερβία. Σύμφωνα με τον Ρούμενωφ, συνολικά 86.582 Βουλγαρόφωνοι μετανάστευσαν από την Ελλάδα τη χρονική περίοδο 1913-1928. Οι μετανάστες προέρχονταν από τις παρακάτω περιοχές:

Περιοχή Άτομα
Κιλκίς 18.959
Σέρρες 11.404
Νευροκόπι 11.223
Σιδηρόκαστρο 10.756
Θεσσαλονίκη (πόλη) 7.285
Γιαννιτσά 7.257
Γουμένισσα 5.195
Δράμα 4.233

Καστοριά 3.577
Θεσσαλονίκη 1.782
Φλώρινα 1.676
Λαγκαδάς 1.581
Ζίχνα 1.492

Αριδαία 1.233
Έδεσσα 449
Πτολεμαΐδα 381
Νιγρίτα 326
Βέροια 114

Νότιες περιοχές 285
Σύνολο 89.208

Χρησιμοποιώντας επομένως ως αφετηρία την απογραφή του Ιβανώφ, οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί προχώρησαν εν συνεχεία σε υπολογισμό των πληθυσμιακών ανακατατάξεων, που έλαβαν χώρα στην ελληνική Μακεδονία από τους Βαλκανικούς Πολέμους μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Αφαιρούν από το νούμερο των 329.371 Σλαβοφώνων του 1913 τον αριθμό των 86.582 ατόμων που, κατά τον Ρούμενωφ, μετανάστευσαν μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και βρίσκουν 242.789 «Μακεδόνες». Από το παραπάνω νούμερο αφαιρούνται επίσης και γύρω στις 10-15.000 Σλαβόφωνοι που αναχώρησαν την ίδια περίοδο για τις Η.Π.Α. και τον Καναδά. Κατά συνέπεια, με την προσθήκη και της φυσιολογικής αύξησης του πληθυσμού την περίοδο αυτή, προκύπτει ο αριθμός των 220-260.000 «Μακεδόνων» που, σύμφωνα με τους Γιουγκοσλάβους ιστορικούς, διαβιούσαν στην ελληνική Μακεδονία το 1930.

Τα στοιχεία των πηγών

Η συγκεκριμένη ανάλυση επιχείρησε να παρουσιάσει την βασική επιχειρηματολογία τόσο της ελληνικής όσο και της γιουγκοσλαβικής ιστοριογραφίας γύρω από το ζήτημα των σλαβόφωνων πληθυσμών της ελληνικής Μακεδονίας και να καταδείξει τις τεράστιες διαφορές που υπάρχουν μεταξύ τους. Είναι βέβαιο, όμως, πως ούτε οι μέχρι σήμερα ελληνικοί ισχυρισμοί ούτε οι αντίστοιχοι των Γιουγκοσλάβων αντικατοπτρίζουν επακριβώς την εθνολογική σύνθεση της Μακεδονίας του 1930. Προσεκτικότερη μελέτη τους αποδεικνύει πως οι προαναφερθέντες υπολογισμοί υπήρξαν περισσότερο καρποί εθνικών διεκδικήσεων, παρά αποτελέσματα αξιόπιστης ιστορικής έρευνας.

Όσον αφορά τους στατιστικούς υπολογισμούς του Αλέξανδρου Πάλλη, χρειάζεται να επισημανθούν τα εξής: Ο Έλληνας μελετητής στις δύο αρχικές του μελέτες, το 1925 και το 1929, χαρακτήριζε τους σλαβόφωνους πληθυσμούς της Μακεδονίας «Βουλγαρίζοντες» ή «Βούλγαρους». Μάλιστα, ο Πάλλης ανέφερε ξεκάθαρα πως στερούνταν ελληνικής συνειδήσεως. Το γεγονός αυτό υποδηλώνει πως επρόκειτο για τους Εξαρχικούς Σλαβοφώνους των αρχών του αιώνα. Αντίθετα, οι πρώην Πατριαρχικοί είχαν -κατά πάσα πιθανότητα- θεωρηθεί και ενσωματωθεί στους Έλληνες. Οι παραπάνω διαπιστώσεις φαίνεται ότι δεν ήταν καινοφανείς στη μεσοπολεμική Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικό ότι και ο Στέφανος Λαδάς, ο οποίος υπήρξε μέλος της μικτής Ελληνοβουλγαρικής Επιτροπής, στην κλασική του μελέτη TheExchangeofMinorities. Bulgaria, GreeceandTurkey έγραφε ότι οι «Βούλγαροι» της ελληνικής Μακεδονίας ανέρχονταν το 1928 σε 82.000 άτομα.

Κι ενώ η μεσοπολεμική ελληνική ιστοριογραφία υπήρξε σαφέστατη στη χρήση των όρων «Βούλγαροι» και «Βουλγαρίζοντες», εν τούτοις δύο δεκαετίες μόλις αργότερα, όταν από τη μια η Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας ήταν πραγματικότητα και από την άλλη είχαν αναζωπυρωθεί οι παλαιές έχθρες γύρω από το Μακεδονικό Ζήτημα, τα ιστορικά δεδομένα μεταβλήθηκαν. Πρώτος ο ίδιος ο Πάλλης σε μία ομιλία του το 1949, με νωπές ακόμη τις μνήμες του Εμφυλίου, μετονόμασε τους 77.000 «Βουλγαρίζοντες» σε «Σλαβοφώνους». Η μετονομασία όμως αυτή προκάλεσε σύγχυση, καθώς ο όρος «Σλαβόφωνοι», όπως είχε αρχικώς χρησιμοποιηθεί από τον Βασίλειο Κολοκοτρώνη το 1919 και εν συνεχεία επικράτησε, υποδήλωνε τους πρώην Πατριαρχικούς Σλαβοφώνους, εκείνους δηλαδή που είχαν αναμφισβήτητη ελληνική συνείδηση. Έτσι εξαγόταν το συμπέρασμα πως το σύνολο των Σλαβοφώνων, Πατριαρχικών και Εξαρχικών, ανερχόταν σε 77.000 άτομα και όχι όπως ξεκάθαρα έγραφε ο Πάλλης τη δεκαετία του 1920, μόνο των πρώην Εξαρχικών.

Η ενέργεια αυτή του Πάλλη αποτελούσε ουσιαστικά αποδοχή των δεδομένων της επίσημης ελληνικής στατιστικής του 1928, μιας στατιστικής που πιθανότατα είχε αντλήσει τα στοιχεία της από τις πρώιμες μελέτες του Πάλλη, χωρίς ωστόσο να ταυτίζεται με αυτές στη χρήση των όρων. Πιο συγκεκριμένα, αυτοί που ο Πάλλης αποκαλούσε «Βουλγαρίζοντες» το 1925 μετατράπηκαν στη στατιστική του 1928, όπως ήδη έχει σημειωθεί, σε «ομιλούντες την μακεδονοσλαυική», οι περισσότεροι από τους οποίους όμως, όπως διευκρινιζόταν, είχαν ελληνική εθνική συνείδηση. Ο συντάκτης της απογραφής εκείνης δεν ανέφερε τα κριτήρια, με τα οποία είχε καταλήξει σε αυτό το συμπέρασμα. Επιπλέον, τα στοιχεία που παρέθετε για τον αριθμό των Σλαβοφώνων, αφορούσαν συνολικά τις «Υποδιοικήσεις» και όχι τα χωριά.

Τέλος, αναφορικά με την μεταπολεμική ελληνική ιστοριογραφία, θα πρέπει να παρατηρηθούν τα εξής: Η πλειονότητα των έργων που εστιάζουν στο Μακεδονικό Ζήτημα, γράφηκαν τη δεκαετία του 1960 (Ζωτιάδης, Κωφός, Πεντζόπουλος, Νέστορας). Παρά τις νεωτερικές σε αρκετά σημεία ιδέες τους, οι συντάκτες των έργων φαίνεται ότι δεν κατόρθωσαν να απαγκιστρωθούν τελείως από την αβεβαιότητα και την αγωνία που διακατείχε την ελληνική κοινή γνώμη για την τύχη της Μακεδονίας. Απόδειξη του γεγονότος αυτού αποτελεί και η θέση τους αναφορικά με το ζήτημα των σλαβόφωνων πληθυσμών. Όλοι τους επικαλούνται τα στατιστικά δεδομένα του Πάλλη ή της επίσημης απογραφής του 1928, χωρίς όμως να οικειοποιούνται και τους ίδιους όρους (Βούλγαροι και Βουλγαρίζοντες) αλλά τον όρο «Σλαβόφωνοι», που, όπως έχει προαναφερθεί, μεταπολεμικά δεν αναφερόταν στους βουλγαρίζον­τες πρώην Εξαρχικούς.

Για την κατανόηση της θέσεως των Γιουγκοσλάβων ιστορικών θα πρέπει να επιση­μανθούν δύο πράγματα. Ο ισχυρισμός τους για την ύπαρξη 260.000 «Μακεδόνων» περίπου είναι αναληθής, αφού εσφαλμένη είναι η αφετηρία των υπολογισμών τους, η απογραφή δηλαδή του Ιβανώφ. Ο Ιβανώφ όμως, χρησιμοποιώντας ως κριτήριο την μητρική γλώσσα των κατοίκων, χαρακτήριζε το σύνολο των Σλαβοφώνων της Βαλκανικής ως «Βουλγάρους», παραβλέποντας έτσι πως πολλοί από αυτούς ήταν αναμφισβήτητων ελληνικών και σερβικών φρονημάτων. Το δεύτερο στοιχείο είναι πως οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί μετονόμασαν το σύνολο των «Βουλγάρων», κατά τον Ιβανώφ, της ελληνικής Μακεδονίας σε «Μακεδόνες». Κάτι τέτοιο όμως αποτελεί τουλάχιστον αυθαιρεσία, καθώς αφενός ο όρος «Μακεδόνες» δεν μνημονεύεται από τις πηγές και αφετέρου γιατί και πάλι δε διαχωρίζονται οι αποκαλούμενοι «Γραικομάνοι». Η στρατηγική που ακολουθήθηκε από τους ιστορικούς των Σκοπίων, ασφαλώς και δεν είναι τυχαία. Εντάσσεται στη διαδικασία οικοδόμησης, μετά το 1945, ενός ενιαίου μακεδονικού κράτους. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια που απηύθυνε ο Βλαχώφ στους πολίτες της Σ.Δ.Μ.: «Με τα μαθήματά μου θα επιχειρήσω να διαφωτίσω τον αναγνώστη και για το ζήτημα της υπάρξεως Μακεδονικού έθνους. Η ύπαρξις αυτή είναι γεγονός, το έθνος τούτο υπάρχει, το Μακεδονικό έθνος κατέχει πλήρως διαμορφωμένη εθνική συνείδηση». Επίσης, ο Λ. Μωήσωφ, προλογίζοντας ένα από τα έργα του Δ. Βλαχώφ, οριοθετούσε τους στόχους της «μακεδονικής» ιστοριογραφίας ως εξής: α΄) αναίρεση των «μεγαλοβουλγαρικών», «μεγαλοσερβικών» και «μεγαλοελληνικών» θεωριών για την καταγωγή και τον εθνικό χαρακτή­ρα των «Μακεδόνων» και αποκάλυψη του σοβινιστικού χαρακτήρα τους, β΄) καταγραφή της παλαιότερης και νεώτερης ιστορίας του «μακεδονικού λαού» και γ΄) χρήση της μαρξιστικής μεθόδου για την προσέγγιση του ιστορικού παρελθόντος.

Είναι σίγουρο πως, παρά την υπογραφή της Συνθήκης του Νεϊγύ, δεν αποχώρησε από την Μακεδονία το σύνολο των Σλαβοφώνων που στερούνταν ελληνικής εθνικής συνειδήσεως. Ο αριθμός τους ήταν σημαντικός, ωστόσο ποτέ δεν κατόρθωσε ν' αγγίξει τα αριθμητικά δεδομένα που έδιναν οι Γιουγκοσλάβοι ιστορικοί. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο αριθμός των 80.000 περίπου της απογραφής του 1928 περιλαμβάνει μόνο τους πρώην Εξαρχικούς Σλαβοφώνους. Οι πρώην Πατριαρχικοί, οι «Γραικομάνοι» των αρχών του αιώνα, φαίνεται ότι δεν προσμετρήθηκαν ξεχωριστά και ενσωματώθηκαν δικαιολογημένα στους υπόλοιπους Έλληνες. Προς αυτή την κατεύθυνση συνηγορεί η απόρρητη στατιστική του πληθυσμού της Μακεδονίας, την οποία διενήργησε η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας στις αρχές του 1925, λίγο πριν ολοκληρωθεί η ανταλλαγή των πληθυσμών μεταξύ της Ελλάδος και της Βουλγαρίας. Η συγκεκριμένη στατιστική κάνει λόγο για Σλαβόφωνους τέως Πατριαρχικούς, τους οποίους υπολογίζει σε 76.098 άτομα και για Σλαβόφωνους τέως Εξαρχικούς, τους οποίους ανεβάζει σε 97.636 άτομα, εκ των οποίων επρόκειτο να μεταναστεύσουν συνολικά 11.228 άτομα. Έτσι, οι τέως Εξαρχικοί θα περιορίζονταν τελικά σε 86.408 άτομα. Συνολικά ο αριθμός των δίγλωσσων Σλαβοφώνων ανέρχονταν, σύμφωνα με τη στατιστική του 1925, σε 162.506 άτομα. Βέβαια, η διάκριση που κάνει η στατιστική σε τέως Πατριαρχικούς και τέως Εξαρχικούς δεν σημαί­νει απαραίτητα πως οι πρώτοι είχαν ελληνική συνείδηση, ενώ οι δεύτεροι όχι. Αναλυτικά, η απογραφή του 1925 έχει ως εξής:

Περιοχή Σλαβόφωνοι
Τέως Πατριαρχικοί Τέως Σχισματικοί Υπό μετανάστευση Θεσσαλονίκη 6.916 1.661 3 Λαγκαδάς 11.464 0 0
Κιλκίς 368 231 20
Γουμένισσα 3.543 5.139 1.936
Κατερίνη 30 0 0

Πέλλα 6.109 8.739 21
Νότια 5.059 4.614 443
Γιαννιτσά 1.854 14.884 7.147

Βέροια 1.109 735 16
Φλώρινα 11.293 34.234 10
Καστοριά 7.339 14.607 10

Κοζάνη 0 0 0
Πτολεμαΐδα 4.494 3.443 6
Γρεβενά 0 0 0

Ανασελίτσα 0 0 0
Σέρρες 4.124 2.376 0
Νιγρίτα 617 0 0

Ζίχνα 1.865 606 0
Σιδηρόκαστρο 4.307 4.253 290
Χαλκιδική 0 0 0

Αρναία 0 0 0
Δράμα 5.207 780 44
Νευροκόπι 399 1.334 1.282

Καβάλα 0 0 0
Σύνολο 76.098 97.636 11.228

Από τα παραπάνω στατιστικά στοιχεία προκύπτει ξεκάθαρα πως η συντριπτική πλειονότητα των Σλαβοφώνων κατοίκων -τόσο των πρώην Πατριαρχικών, λιγότερο, όσο και των πρώην Εξαρχικών, περισσότερο- διαβιούσε στη Δυτική Μακεδονία, στις περιοχές της Φλωρίνης και της Καστοριάς καθώς και στις περιοχές της Νότιας, της Πέλλης και των Γιαννιτσών (συνολικά το 62% των Σλαβοφώνων ζούσε στους τρεις νομούς Φλωρίνης, Καστοριάς και Πέλλης). Αντίθετα, τόσο στην Κεντρική όσο και στην Ανατολική Μακεδονία ο αριθμός τους εμφανιζόταν σημαντικά χαμηλότερος. Πιο συγκεκριμένα:

α΄) Οι Σλαβόφωνοι (πρώην Πατριαρχικοί και Εξαρχικοί) αποτελούσαν το 11% του συνολικού πληθυσμού της Μακεδονίας. Επίσης, στο σύνολο του πληθυσμού της Ελλάδος (6.204.684 άτομα, σύμφωνα με την απογραφή του 1928) οι Σλαβόφωνοι δεν υπερέβαιναν το 2,6%.

β΄) Οι Σλαβόφωνοι αποτελούσαν το 27% του συνολικού πληθυσμού της Δυτικής Μακεδονίας, το 8% της Κεντρικής Μακεδονίας και το 6% της Ανατολικής Μακεδονίας.

γ΄) Στη Δυτική Μακεδονία διαβιούσαν 75.384 Σλαβόφωνοι, ποσοστό 46%, το 69% των οποίων μάλιστα ήταν πρώην Εξαρχικοί. Αντίστοιχα, στην Κεντρική Μακεδονία ζούσαν 62.870 Σλαβόφωνοι, ποσοστό 39% (16% πρώην Εξαρχικοί) και στην Ανατολική Μακεδονία παρέμεναν 24.252 Σλαβόφωνοι, ποσοστό 15% (5% πρώην Εξαρχικοί).

δ΄) Οι Σλαβόφωνοι αποτελούσαν την πλειοψηφία του πληθυσμού μόνο στο νομό Φλωρίνης. Πιο συγκεκριμένα, αποτελούσαν το 77% του νομού Φλωρίνης, το 45% του νομού Καστοριάς, το 31% του νομού Πέλλης, το 17% του νομού Σερρών και το 10% του νομού Κιλκίς, ενώ μόλις το 7% του νομού Κοζάνης, το 4% του πληθυσμού του νομού Δράμας, το 4% του νομού Θεσσαλονίκης και το 3% του νομού Ημαθίας.

ε΄) Στις περιοχές Κοζάνης, Ανασελίτσας, Γρεβενών, Χαλκιδικής, Αρναίας και Καβάλας δεν υπήρχαν καθόλου Σλαβόφωνοι, ενώ στην επαρχία Κατερί­νης ήταν ελάχιστοι (μόλις 30 πρώην Πατριαρχικοί).

Η εγκυρότητα της παραπάνω απογραφής επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι δημοσιεύθηκε εν μέρει το 1930 από τον Ζ. Άνσελ (Ancel) στο βιβλίο του LaMacedoineetsonEvolutionContemporaine . Η βασική διαφορά των δύο στατιστικών είναι ότι ο Άνσελ κάνει τον διαχωρισμό ανάμεσα σε Έλληνες και Σλάβους και προσμετρά τους πρώην Πατριαρχικούς στους Έλληνες, ενώ η αυθεντική στατιστική καταμετρά ξεχωριστά τόσο τους πρώην Εξαρχικούς όσο και τους πρώην Πατριαρχικούς. Είναι επίσης σημαντικό ότι ο Άνσελ αναφέρει πως στη σύνταξη της στατιστικής κατά πάσα πιθανότητα συμμετείχε και ο Πάλλης. Αναλυτικά, η στατιστική που δημοσίευσε ο Άνσελ, έχει ως εξής:

Περιοχή Σλαβόφωνοι
Σιδηρόκαστρο 4.543
Σέρρες 2.376
Ζίχνα 606
Νιγρίτα 0
Ν. Σερρών 7.525 Χαλκιδική 0 Αρναία 0

Ν. Χαλκιδικής 0 Κιλκίς 251 Λαγκαδάς 0 Παιονία 7.075

Θεσσαλονίκη 1.664
Βέροια 751
Πιερία 0 Αλμωπία 5.057

Γιαννιτσά 22.031
Έδεσσα 8.750
Ν. Πέλλας 35.838 Εορδαία 3.449

Κοζάνη 0
Ανασελίτσα 0
Γρεβενά 0
Ν. Κοζάνης 3.449

Φλώρινα 34.244
Καστοριά 14.617 Σύνολο 105.414

Όμως η απογραφή του 1925 δεν ήταν το μοναδικό επίσημο κείμενο που έκανε λόγο για την ύπαρξη 160.000 περίπου Σλαβοφώνων στην ελληνική Μακεδονία, στα τέλη της δεκαετίας του 1920. Υπάρχει πληθώρα άλλων κειμένων Ελλήνων αξιω­ματούχων που επιβεβαιώνει τον παραπάνω ισχυρισμό. Ο Γ. Τζορμπατζής, Έλληνας αντιπρόσωπος στη μικτή Ελληνοβουλγαρική Επιτροπή, έγραφε στον Υπουργό των Εξωτερικών Γ. Ρούσο πως μετά την ολοκλήρωση των ανταλλαγών των πληθυσμών, παρέμεναν στην Ελλάδα 160.000 περίπου Σλαβόφωνοι. Ο Τζορμπατζής, μάλιστα, παρατηρούσε πως το 1/3 των Σλαβοφώνων αυτών ήταν πάντοτε πιστό στην ελληνική διοίκηση, ενώ τα υπόλοιπα 2/3 «δεν συγκινούνταν ούτε από την βουλγαρική, ούτε από την σερβική προπαγάνδα και επρόκειτο κι αυτοί να αφομοιωθούν». Ακόμη, σε εθνολογική στατιστική της περιοχής της που απέστειλε η Νομαρχία Φλώρινας τον Ιανουάριο του 1925 στη Γενική Διοίκηση Θεσσαλονίκης, γινόταν λόγος για ύπαρξη 41.301 Σλαβόφωνων χωρικών, εκ των οποίων οι 12.628 ήταν πρώην Πατριαρχικοί και οι 28.673 πρώην Εξαρχικοί. Αλλά και ο Νομάρχης Φλώρινας Παύλος Καλλιγάς έγραφε το 1930 πως το σύνολο των Σλαβοφώνων της περιοχής του (επαρχίες Φλωρίνης και Καστοριάς) ανέρχονταν σε 76.370 άτομα σε σύνολο πληθυσμού 125.722 ατόμων, ποσοστό δηλαδή 60%. Το ίδιο ισχυρίζονταν και στρατιωτικές εκθέσεις της εποχής, που αναφέρονταν σε 77.650 Σλαβοφώνους κατοίκους στις παραπάνω περιοχές. Τα ίδια περίπου αριθμητικά δεδομένα προκύπτουν και από τη στατιστική του 1925. Πιο συγκεκριμένα, το σύνολο των Σλαβοφώνων των περιοχών Φλωρίνης και Καστοριάς ανέρχονταν σε 67.453 άτομα, ενώ το σύνολο του πληθυσμού των ίδιων περιοχών σε 107.577 άτομα. Κατά συνέπεια οι Σλαβόφωνοι, σύμφωνα με τη στατιστική του 1925, αποτελούσαν το 62% περίπου του πληθυσμού των δύο νομών.

Τα παραπάνω στατιστικά δεδομένα βρίσκονται σε πλήρη αρμονία με πλήθος άλλων στατιστικών πληροφοριών που αναφέρονται στο πληθυσμιακό μέγεθος του σλαβόφωνου στοιχείου της Μακεδονίας τις παραμονές των Βαλκανικών Πολέμων αλλά και στις αρχές της δεκαετίας του 1920, πριν ακόμη αρχίσουν οι ανταλλαγές των πληθυσμών. Φαίνεται, λοιπόν, ότι το σύνολο του σλαβόφωνου πληθυσμού της ελληνικής Μακεδονίας την περίοδο των Βαλκανικών Πολέμων ανερχόταν σε 250.000 άτομα. Αυτός ο αριθμός προκύπτει, για παράδειγμα, από εθνολογικό πίνακα που περιέχεται στο αρχείο του Στέφανου Δραγούμη, Γενικού Διοικητή Μακεδονίας αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους. Σύμφωνα με τον πίνακα αυτόν, το σύνολο των Σλαβοφώνων κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας υπολογίζονταν σε 252.408 άτομα, εκ των οποίων οι 70.856 χαρακτηρίζονταν ως «Σλαβόφωνοι Έλληνες» και οι 181.552 ως «Βούλγαροι Σχισματικοί, Διαμαρτυρόμενοι και Ουνίτες». Αναλυτικά, με βάση τα στοιχεία του πίνακα, στην επαρχία Θεσσαλονίκης το 1912 διαβιούσαν, μεταξύ των άλλων, 27.808 «Σλαβόφωνοι Έλληνες» και 68.871 «Βούλγαροι», στην επαρχία Κοζάνης 6.321 έναντι 2.550, στην επαρχία Φλωρίνης 20.745 έναντι 56.623, στην επαρχία Σερρών 12.552 έναντι 35.735 και στην επαρχία Δράμας 3.430 έναντι 17.773 αντίστοιχα. Επίσης, σε επιστολή της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας προς τον πρόεδρο του Υπουργικού Συμβουλίου, ο «εξαρχικός σλαβόφωνος» πληθυσμός της ελληνικής Μακεδονίας, το 1912, υπολογιζόταν σε 165.682 άτομα. Πιο συγκεκριμένα, υπήρχαν 9.174 «Εξαρχικοί» στην επαρχία Θεσσαλονίκης, 2.088 στην επαρχία Λαγκαδά, 16.000 στην επαρχία Κιλκίς, 4.785 στο τμήμα της επαρχίας Γευγελής που περιήλθε στην Ελλάδα, 18.633 στην επαρχία Γιαννιτσών, 7.379 στην επαρχία Εδέσσης, 6.770 στην επαρχία Αριδαίας, 1.675 στην επαρχία Βεροίας, 26.724 στην επαρχία Φλωρίνης, 25.341 στην επαρχία Καστοριάς, 4.924 στο τμήμα της επαρχίας Κορυτσάς που προσαρτήθηκε στην Ελλάδα, 1.988 στην επαρχία Πτολεμαΐδας, 36.000 στην επαρχία Σερρών και 4.201 στην επαρχία Δράμας. Αμέσως μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους και έχοντας ολοκληρωθεί η αποχώρηση περίπου 40-45.000 «Βουλγάρων» από την Ελλάδα την περίοδο αυτή, ο σλαβόφωνος πληθυσμός της ελληνικής Μακεδονίας περιορίσθηκε σε 200.000 άτομα περίπου. Σύμφωνα με εθνολογική στατιστική της ελληνικής Μακεδονίας, που πραγματοποιήθηκε τον Αύγουστο του 1915, το σύνολο των Σλαβοφώνων κατοίκων της ελληνικής Μακεδονίας ανερχόταν σε 208.829, εκ των οποίων οι 74.887 ήταν «Σλαβόφωνοι Έλληνες» και οι 133.942 «πρώην Σχισματικοί». Αναλυτικά, στην υποδιοίκηση Κοζάνης κατοικούσαν 6.447 «Σλαβόφωνοι Έλληνες» και 2.513 «πρώην Σχισματικοί», στην υποδιοίκηση Φλωρίνης 21.386 και 55.764, στην υποδιοίκηση Θεσσαλονίκης 29.971 και 42.410, στην υποδιοίκηση Σερρών 13.179 και 19.974 και στην υποδιοίκηση Δράμας 3.904 και 13.281 αντίστοιχα.

Η παραπάνω ανάλυση αποπειράθηκε να υιοθετήσει μια διαφορετική προσέγγιση στο ζήτημα της εθνολογικής συνθέσεως της μεσοπολεμικής Μακεδονίας. Προσπάθησε να αποδείξει καταρχήν πως η διαδικασία συγκροτήσεως μιας νέας εθνότητας και πολύ περισσότερο μιας αλύτρωτης μειονότητας, στη συγκεκριμένη περίπτωση της «μακεδονικής», στηρίχθηκε σε μία απλή λογιστική αυθαιρεσία που αναβάπτισε τους «Βούλγαρους» του Καθηγητή Ιβανώφ. Επιπλέον, επεσήμανε πως η ανασφάλεια της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου οδήγησε σε αμυντική και απολογητική των εθνικών συμφερόντων στάση την ελληνική ιστοριογραφία, μια στάση που προκάλεσε εμφανείς για τους μελετητές αντιφάσεις.

Η πραγματικότητα είναι πως ο πληθυσμιακός όγκος των Σλαβοφώνων της Μακεδονίας (πρώην Πατριαρχικών και Εξαρχικών) ανέρχονταν το 1930 στα 160.000 άτομα περίπου. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει από το σύνολο σχεδόν του αρχειακού αλλά και του βιβλιογραφικού υλικού του Μεσοπολέμου. Οποιαδήποτε απόπειρα μείωσης του πληθυσμιακού όγκου του σλαβόφωνου πληθυσμού όχι μόνον προκαλεί ερωτηματικά ως προς τα κριτήρια που χρησιμοποιεί, αλλά ανοίγει τον δρόμο στη σκανδαλοθηρική χρήση των ιστορικών πηγών, που διευκολύνεται από την πληθώρα κρατικών εγγράφων με πρόχειρες και κατά κανόνα λανθασμένες εκτιμήσεις. Όμως, παρά την αριθμητική ευημερία του σλαβόφωνου στοιχείου, δεν πρέπει να αγνοηθεί το γεγονός πως η στρατηγική του σημασία είχε σημαντικά εξασθενήσει, καθώς το ποσοστό του δεν υπερέβαινε το 11% του συνολικού πληθυσμού της ελληνικής Μακεδονίας.

Vlasis Vlasidis & Veniamin Karakostanoglou, «Recycling Propaganda: Remarks on Recent Reports on Greece's Slav-Macedonian Minority», Balkan Studies, 36/1 (1995), 159-160.
Α. Πάλλης, Στατιστική μελέτη περί των φυλετικών μεταναστεύσεων Μακεδονίας και Θράκης κατά την περίοδο 1912-1924, Αθήνα 1925, σσ. 5-9.
Ιωάννης Σ. Κολιόπουλος, Λεηλασία φρονημάτων. Το μακεδονικό ζήτημα στην κατεχόμενη Δυτική Μακεδονία, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 40.
Αρχείο Υπουργείου των Εξωτερικών (στο εξής Ι.Α.Υ.Ε.)/1900/ΑΑΚ/Δ, «Αναφοραί και εκθέσεις προξενικών αρχών περί των εν τη περιφερεία των Μητροπολιτών και Επισκόπων Οικουμενικού Θρόνου και βουλγαρικής Εξαρχίας», Μ. Μπέτος προς τον Άθω Ρωμάνο, Μοναστήρι, 27 Μαρτίου 1900, αρ. πρωτ. 70.
Πάλλης, στατιστική μελέτη, σ. 16.
Α. Α. Πάλλης, Συλλογή των κυριοτέρων στατιστικών των αφορωσών την ανταλλαγήν των πληθυσμών και προσφυγικήν αποκατάστασιν μετά αναλύσεως και επεξηγήσεως, Αθήνα 1929, σ. 10.
Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας/ Γενική Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, Στατιστικά αποτελέσματα της απογραφής του πληθυσμού της Ελλάδος της 15-16 Μαΐου 1928. IV. Τόπος γεννήσεως - Θρησκεία και γλώσσα - Υπηκοότης, Αθήνα 1935, σσ. πδ΄, 320-324, 335-336.
Το Bulletind' Orient είχε εκδοθεί με τη συνδρομή του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών για τη διαφώτιση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης. Διευθυνόταν από το Μάρκο Δραγούμη, τον Καθηγητή Ανδρεάδη, ενώ αργότερα προστέθηκε και ο Περικλής Αργυρόπουλος βλ. Περικλής Αλεξ. Αργυρόπουλος, «Ο Μακεδονικός Αγών. Απομνημονεύματα» στην έκδοση του Ιδρύματος Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, Ο Μακεδονικός Αγώνας. Απομνημονεύματα, Θεσσαλονίκη 1984, σ. 6.
Giovanni Amadori-Virgilj, La Questione Rumeliota e la Politica Italiana, Μπιτόντο 1908, τόμ. 1, σ. 255.
Αθήνα 1919, σ. 516.
Colocotronis, ό.π., σ. 618.
Archives de la Societe des Nations 1919-1946/ Office Autonome pour l' Etablissement des Refugies Grecs: Files of Mr. Charles B. Eddy/ C.129, No 1, Άμπραχαμ (Abraham) στον Κάμπελ (Campbell), Γενεύη, 8 Απριλίου 1925.
Offfice Autonome pour l' Etablissement des Refugies Grecs: Files of Mr. Charles B. Eddy/C.129, No 1, Κάμπελ στον Άμπραχαμ, Γενεύη (;) 11 Μαΐου 1925.
Office Autonome pour l' Etablissement des Refugies Grecs: Files of Mr. Charles B. Eddy/C.129, No 1, Κάμπελ στον Λίντσαϊ (Lindsay), Γενεύη (;), 29 Απριλίου 1925.
Commission d' Etablissement des Refugies, Athenes, «Carte Ethnographique de la Macedoine hellenique indiquant la proportion entre les divers elements ethniques en 1912 (ayant les guerres balkaniques) et 1926 (apres Installation des refuges)», ο οποίος περιέχεται στο Societe des Nations, L' Etablissement des Refugies en Grec, Γενεύη 1926, βλ. επίσης και Η. R- Wilkinson, Maps and Politis, Λίβερπουλ 1951, σσ. 264-268. Μάλιστα, ο Wilkinson επε­κτείνει σημαντικά τη σκέψη του και ισχυρίζεται πως ο εθνογραφικός χάρτης της Κ.τ.Ε. δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η ελληνική άποψη για την πληθυσμιακή δομή της Μακεδονίας.
Θεσσαλονίκη 1961, σ. 40.
Χάγη 1962, σ. 129.
Θεσσαλονίκη 1964, σ. 48.
BalkanStudies, 3 (1962), 183.
Ευάγγελος Κωφός, Η Μακεδονία στην γιουγκοσλαβική ιστοριογραφία, Θεσσαλονίκη 1974, σσ. 10-11.
Δήμηταρ Βλαχώφ, Ομιλία και άρθρα 1945-1947, Σκόπια 1947, σ. 180.
Χρήστο Αντώνοφσκι, Αιγαιακή Μακεδονία, Σκόπια 1951, σ. 20.
Μιχαήλ Κεραμιτζίεφ, «Η Μακεδονία του Αιγαίου υπό την ελληνικήν αρχήν» στο Δ. Ζογράφσκι-Γ. Αμπατζίεφ-Α. Μήτρεφ-Μ. Κεραμιτζίεφ (εκδ. ), Η Μακεδονία του Αιγαίου εις την ιστορίαν μας, πολυγραφημένη μετάφραση Ι. Μ. Χ. Α. χ. τ. , χ. χ. , σ. 47. Το ίδιο υπο­στήριξε και ο Χ. Αντώνοφσκι, βλ. Χρήστο Αντώνοφσκι, «Μακεντόνσκοτο Νατσιονάλνο Μαλτσίστβο βο Γκούρτσια, Μπουλγκάρια ι Αλμπάνια» [Η μακεδονική εθνική μειονότητα στην Ελλάδα, τη Βουλγαρία και την Αλβανία], Γκλάσνικ, 18. (Σκόπια, 1974), 38.
Στόγιαν Κισελίνοφσκι, Γκρούτσκατα Κολονιζάτσια βο Εγκέισκα Μακεντόνια 1913-1940 [Ελληνικός αποικισμός στη Μακεδονία του Αιγαίου], Σκόπια 1981, σ. 54.
Τόσο Πόποφσκι, Η μακεδονική εθνική μειονότητα στη Βουλγαρία, Ελλάδα και Αλβαvίa, Σκόπια 1981, σ. 103.
Ο Ιορδάν Ιβανώφ γεννήθηκε στο Κιουστεντίλ της Βουλγαρίας το 1872. Σπούδασε σλαβική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας ενώ από το 1892 έως το 1894 ειδικεύτηκε στη λογοτεχνία στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Το 1906, ως γραμματέας της βουλγαρικής εμπορικής αποστολής στη Θεσσαλονίκη, ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Μακεδονίας και ασχολήθηκε με την ιστορία και την εθνογραφία της. Για πολλά χρόνια κατείχε την έδρα της βουλγαρικής λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο της Σόφιας. Υπήρξε ένας από τους διαπρεπέστερους Βούλγαρους Καθηγητές. Πέθανε το 1947. Βλ. Μίλεν Κούμανωφ, Κράτουκ ιστορίτσεσκι σπραβότσνικ [Μακεδονία. Σύντομο ιστορικό εγχειρίδιο], Σόφια 1993, σ. 105.
Carnegie Endowment for International Peace, ReportoftheInternationalCommis ­siontoInquireintotheCauses andConductofthe Balkan Wars, Ουάσιγκτον 1914, σσ. 194-195.
Ο Βλαντιμίρ Ρούμενωφ (1870-1939) γεννήθηκε στο Κρούσοβο και σπούδασε Ιατρική στη Μόσχα. Από νεαρή ακόμη ηλικία εντάχθηκε στην Ε.Μ.Ε.Ο., ενώ την περίοδο του Ίλιντεν ασχολήθηκε με την περίθαλψη των Βούλγαρων προσφύγων από τη Μακεδονία. Μετά την Επανάσταση των Νεοτούρκων, το 1908, συμμετείχε στην ίδρυση της «Ένωσης των Συνταγματικών Λεσχών στη Μακεδονία». Στη διάρκεια των Βαλκανικών και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε ως στρατιωτικός γιατρός. Εν συνεχεία, αναμείχθηκε στις δραστηριότητες των μακεδονικών αδελφοτήτων Προσφύγων από τη Μακεδονία. Υπήρξε, επίσης, μέλος της Μακεδονικής κοινοβουλευτικής ομάδας κατά τη διάρκεια της 11ης και 12ης Τακτικής Λαϊκής Συνέλευσης βλ. Κούμανωφ, Μακεντόνια, σ. 221, Ιλία Γκάλτσεφ, Ζντραβοσοτσιάλνατα ντέινοστ να Μπούλγκαρσκατα Εξάρχια β Μακεντόνια ι Τράκια (1870-1913) [Ιατρική και κοινωνική δραστηριότητα της Εξαρχίας στη Μακεδονία και τη Θράκη (1870-1913)], Σόφια 1994, σσ. 102-103.
Βλ. Ρούμενωφ, «Μπούλγκαριτε β Μακεντόνια ποντ Γκρούτσκα Βλάστ» [Οι Βούλγαροι της Μακε­δονίας υπό ελληνική αρχή], Μακεντόνσκι Πρέγκλεντ, 4 (Σόφια, 1941), 90.
Πάλλης, Στατιστική μελέτη, σ. 9.
σσ. 122-123.
A. A. Pallis, Macedonia and the Macedonians. A Historical Study, Λονδίνο 1949, σ. 9.
V. Kolocotronis, La Macedoine et L' Hellenisme. Etude Historique et Ethnologique, Παρίσι 1919, σ. 516.
Στατιστική Υπηρεσία της Ελλάδος, ό.π., σσ. πδ', 320-324, 335-336.
Βλαχώφ, ό.π., σ. 6.
Δ. Βλαχώφ, Μακεδονία. Στιγμιότυπα εκ της ιστορίας του Μακεδονικού λαού, Σκόπια 1950, τόμ. 1.
ΑΥΕ/1925/Β/40,2, «Συνοπτική στατιστική του πληθυσμού της Γενικής Διοικήσεως Μακεδονίας (αρχάς 1925)» και «Συνοπτική στατιστική πληθυσμού Δυτ. Θράκης και Ανατ. Μακεδονίας 1925», Κομοτηνή, 19 Νοεμβρίου 1925.
Wilkinson, ό.π., σ. 265.
Ancel, La Macedoine et son evolution contemporaine, σ. 121.
ΑΥΕ/1924/Β/59,10, Τζορμπατζής προς Υπ. Εξ., Σόφια, 29 Μαρτίου 1924, αρ. πρωτ. 607 και AYE/1924/Α/5X11,2, Τζορμπατζής προς Ρούσο, Σόφια, 22 Μαΐου 1924, αρ. πρωτ. 668.
ΙΑΜ/ΑΓΔΜ, φάκ. 90: Προπαγάνδες στους Ν. Φλωρίνης, Πέλλης, Καστοριάς, Βεροίας, Αναφορά Νομαρχίας Φλώρινας προς τη Γενική Διοίκηση Θεσσαλονίκης, Φλώρινα, 13 Ια­νουαρίου 1925, αρ. πρωτ. Εμπ. 6.
Αρχείο Παύλου Καλλιγά, Έκθεση Καλλιγά 3394, 26 Φεβρουαρίου 1930, φ. 3.
«Α report from the staff of the 9th Greek Division in Southern Macedonia on the number of the Bulgarian population in the province of Voios (Kozhani) and the district around town of Lerin, Νοέμβριος 1931» στο Bulgarian Academy of Sciences, Macedonia.DocumentsandMaterial, Σόφια 1978, σ. 850.
Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, υποφάκ. 217.1.
Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, υποφάκ. 116.4., η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας προς τον πρόεδρο του Υπουργικού Συμβουλίου, Θεσσαλονίκη, 4 Νοεμβρίου 1913, αρ. πρωτ. 17210.
Αρχείο Στέφανου Δραγούμη, υποφάκ. 217.1.

http://www.imma.edu.gr/imma/history/12.html



MacedoniansinBritishReports.jpg


MacedoniansinBritishReports1.jpg


MacedoniansinBritishReports228.jpg


Frage: Sind 15.000 bewaffnete Makedonen die sich selbst als "Makedonen" erklärten genug, oder brauchst du noch mehr?


Hier auch mal was für die, die dem englischen nicht so gewachsen sind:

Herman Wendel, berichtet aus Makedonien.
"Das jugoslawische Makedonien 1918-1941: eine Randregion zwischen Repression und Integration"

str15.bmp


str16.bmp
 
Zuletzt bearbeitet:
Ich hab mir net den ganzen text durchgelesen.

Was mich halt immer wieder zum denken gibt,ist das euch auch die Osmanen als ,,bulgarische slawen,, aufzeichneteten.

Wieso ist niemand damals aufgestanden und hatt gesagt,,hey call us Macedonians,,
Die Osmanen haetten bestimmt nix dagegen gehabt.

Ausser paar texte von gebildeten die sich Makedonen nennen gibts nix,von der gesamt bevoelkerung
 
Ich habmirnet den ganzen text durchgelesen.

Was mich halt immer wieder zumdenkengibt,ist das euch auch die Osmanen als ,,bulgarische slawen,, aufzeichneteten.

Wieso ist niemand damals aufgestanden und hatt gesagt,,hey call us Macedonians,,
Die Osmanen haetten bestimmt nix dagegen gehabt.

Ausser paar texte von gebildeten die sich Makedonen nennen gibts nix,von der gesamt bevoelkerung

Mein vorheriger Beitrag ist jetzt fertig editiert.

Meine letzte Quelle behandelt deinen letzten Absatz.

Hier nochmal:

Herman Wendel, berichtet aus Makedonien.
"Das jugoslawische Makedonien 1918-1941: eine Randregion zwischen Repression und Integration"

str15.bmp


str16.bmp
 
Ja, gib mir nen Moment, dann bekommst du.

Nur, mir stellt sich die Frage, welche Ausflüchte du wohl danach suchen wirst?




??????? ?????????? - ? ?????? ??? ??????????? ??????????? ??? ????????? ??? ??????????



MacedoniansinBritishReports.jpg


MacedoniansinBritishReports1.jpg


MacedoniansinBritishReports228.jpg


Frage: Sind 15.000 bewaffnete Makedonen die sich selbst als "Makedonen" erklärten genug, oder brauchst du noch mehr?


Hier auch mal was für die, die dem englischen nicht so gewachsen sind:

Herman Wendel, berichtet aus Makedonien.
"Das jugoslawische Makedonien 1918-1941: eine Randregion zwischen Repression und Integration"

str15.bmp


str16.bmp


junge als ob sich das jemand durchliest denn miest denn du immer postet, ich bezweifel auch sehr das du es selbst alles durch liest..

du makierst irgednwelche nichtssagende saezte wo drauf steht Macedonia oder Macedonian...


so jetzt frage ich dich wie jeden skopjaner ich es mache, und keine antwort erhalte.

1.was bedeutet der stern von vergina?

2.warum hatt alex denn hellenimus verbreitet und nicht denn makedonismus?

3.wie konnte er so ein grosses herr komandieren wenn er ja makedonisch nur gesprochen hatt..obwohl ueber 50% seines heeres voelker aus diverse orten hellas stammten?
 
Zuletzt bearbeitet:
das euch auch die Osmanen als ,,bulgarische slawen,, aufzeichneteten.

Wieso ist niemand damals aufgestanden und hatt gesagt,,hey call us Macedonians,,
Die Osmanen haetten bestimmt nix dagegen gehabt.
Ein ausgezeichneter Punkt.
Gibt es denn Osmanische Quellen dazu und kann jemand was posten, bitte?
 
junge als ob sich das jemand durchliest denn miest denn du immer postet, ich bezweifel auch sehr das du es selbst alles durch liest..

du makierst irgednwelche nichtssagende saezte wo drauf steht Macedonia oder Macedonian...


Nicht erst seit diesem Beitrag weiss ich das du Strohdumm und ignorant bist!

Wenn du kein Interesse hast, dann halt dein Rand und geh Bozouki spielen.

Ich denke es existieren User im Forum die es interessiert.

Danke, und Abgang
 
Nicht erst seit diesem Beitrag weiss ich das du Strohdumm und ignorant bist!

Wenn du kein Interesse hast, dann halt dein Rand und geh Bozouki spielen.

Ich denke es existieren User im Forum die es interessiert.

Danke, und Abgang

beantworte meine fragen, fallst du ein macedone bist, sowas weisst jeder macedone..
 
Zurück
Oben